Μάγκλορ

Ο Maglor ήταν ο δεύτερος γιος του Fëanor και της Nerdanel. Ήταν ο μεγαλύτερος ποιητής και αοιδός των Noldor και λέγεται ότι είχε κληρονομήσει περισσότερο την ήπια ιδιοσυγκρασία της μητέρας του. Όπως και με τους άλλους γιους του Fëanor, ο Maglor δεσμεύεται από έναν όρκο για να ανακτήσει τα Silmarils του πατέρα του, τα οποία είχαν κλαπεί από τον Σκοτεινό Άρχοντα Morgoth. Αυτός ο όρκος έκανε τα επτά αδέλφια να φτάσουν στη Μέση-Γη κατά τη διάρκεια της Πρώτης Εποχής όπου και ίδρυσαν βασίλεια ενόσω ήταν εξόριστοι, έκαναν πολέμους ενάντια στις στρατιές του Μorgoth, πολέμησαν τη δική τους φυλή - αυτή των Ξωτικών - και τελικά επέφεραν την καταστροφή στον ίδιο τους τον εαυτό.


Ο Μάγκλορ έλαβε μέρος στην Πρώτη Αδελφοκτονία στο Αλκουαλόντε, και δημιούργησε τον θρήνο Noldolantë (Η Πτώση των Νόλντορ) σε ανάμνηση του τρομερού αυτού συμβάντος. Στο Μπελέριαντ, ο Μάγκλορ και τα αδέρφια του ακολούθησαν τον πατέρα τους και πολέμησαν στη Μάχη Κάτω από τα Άστρα (
Dagor-nuin-Giliath). Ο Φέανορ κατάφερε να διαλύσει τις στρατιές του Μόργκοθ αλλά πληγώθηκε θανάσιμα, και οι γιοι του έφεραν το σώμα του πίσω στην Μίθριμ. Καθώς πλησίαζαν στο Έιθελ Σίριον ο Φέανορ πέθανε αφού καταράστηκε τον Μόργκοθ τρεις φορές.

Ο Μάγκλορ και τα αδέλφια του ταξίδεψαν προς τα ανατολικά του Μπελέριαντ. Ίδρυσε την περιοχή που ονομάζεται Μάγκλορ Γκαπ, ανάμεσα στους λόφους που περιβάλλουν το Χίμρινγκ και τα Γαλάζια Βουνά. Χρόνια αργότερα, μετά από επιδρομή του δράκου Γκλάουρουνγκ, ο οποίος πέρασε από εκεί και κατέστρεψε τα εδάφη τριγύρω, ο Μάγκλορ και οι δικοί του κατέφυγαν στο Χίμρινγκ όπου εντάχθηκαν με τον Μαέδρος πριν ξεκινήσει η Μάχη της Ξαφνικής Φλόγας (Dagor Bragollach). Μετά την Μάχη της Ξαφνικής Φλόγας, οι άνθρωποι του Μπορ (Bór) ήρθαν στο Μπελέριαντ. Ο ίδιος και οι γιοι του οι Μπόρλαχ, Μπόρλαντ και Μπόρθαντ ορκίστηκαν πίστη στον Μαέδρος και στον Μάγκλορ.


Αφότου 
ο Μπέρεν και η Λούθιεν πήραν το Σίλμαριλ από τον Μόργκοθ, ο Μαέδρος σχημάτισε την Ένωση του Μαέδρος, μια συμμαχία μεταξύ των Ξωτικών και των Ανθρώπων. Υπό την ηγεσία του, η ομάδα του Μαέδρος στα ανατολικά παρέσυρε έξω τον στρατό της Άνγκμπαντ, ενώ ο Φίνγκον και η ομάδα του θα επιτίθονταν από τα δυτικά. Κατά τη διάρκεια της Μάχης των Αμέτρητων Δακρύων (Nirnaeth Arnoediad) ο Ούλφανγκ πρόδωσε τους Έλνταρ και τους Εντάιν. Ο Μάγκλορ έσφαξε τον Ούλντορ, τον γιο του Ούλφανγκ. Η Ένωση του Μαέδρος διασπάστηκε και δεν σκοτώθηκε κανείς από τους αδελφούς, αν και όλοι ήταν τραυματίες. Μετά τη μάχη έζησαν μέσα στο δάσος στην Οσσίριαντ.

Ο Μάγκλορ και τα αδέρφια του, έμαθαν ότι ο Ντίορ, ο νέος βασιλιάς του Ντόριαθ, είχε ένα από τα Σίλμαριλς, ο οποίος και αρνήθηκε να τους το δώσει. Το Σίλμαριλ αυτό το είχε πάρει ο Μπέρεν από τον
Μόργκοθ και το φορούσε η Λούθιεν. Κατά τη διάρκεια της Δεύτερης Αδελφοκτονίας στο Ντόριαθ, οι μικρότεροι αδερφοί του Μάγκλορ, ο Κέλεγκορμ, ο Κουρούφιν και ο Καράνθιρ σκοτώθηκαν, και το Σίλμαριλ δεν ανακτήθηκε ποτέ. Στη συνέχεια, ο Μάγκλορ και οι επιζήσαντες αδερφοί του εγκαταστάθηκαν στο Άμον Έρεμπ στο Ανατολικό Μπελέριαντ. Μαθαίνοντας ότι η Έλγουινγκ, η σύζυγος του Εαρέντιλ, είχε δραπετεύσει από το Ντόριαθ με το Σίλμαριλ και ζούσε στα Καταφύγια του Σίριον, οι αδελφοί μετανιωμένοι για την καταστροφή του Ντόριαθ δεν έδρασαν αμέσως. Μετά όμως από λίγο καιρό θυμήθηκαν τον όρκο τους και έστειλαν μηνύματα φιλίας στα Καταφύγια του Σίριον, απαιτώντας παράλληλα να τους επιστραφεί το Σίλμαριλ. Όταν απορρίφθηκαν τα αιτήματά τους, έκαναν επίθεση με τους υπόλοιπους ακόλουθούς τους στα Καταφύγια, διαπράττοντας έτσι την Τρίτη Αδελφοκτονία, ως αποτέλεσμα του καταραμένου Όρκου του Φέανορ. 


Παρά το γεγονός ότι κέρδισαν τον αγώνα, αφού έχυσαν πολύ αίμα συγγενών τους, δεν απέκτησαν το Σίλμαριλ επειδή η Έλγουινγκ έφυγε στη Μεγάλη Θάλασσα μαζί με αυτό. Μετά από τόση αιματοχυσία, ο Μάγκλορ και ο Μαέδρος συνάντησαν τυχαία τους δύο νεαρούς γιους του
Εαρέντιλ και της Έλγουινγκ, τον Έλροντ και τον Έλρος. Με τόσο αίμα που είχε ήδη στα χέρια του, ο Μάγκλορ τους λυπήθηκε και δεν επέτρεψε να σκοτωθούν. Έτσι, εν απουσία των γονιών τους, τους πήγε στην οικογένειά του και τους μεγάλωσε σαν να ήταν δικά του παιδιά.

Μετά τον Πόλεμο της Οργής, ο Μάγκλορ και ο τελευταίος επιζών αδελφός του ο Μαέδρος έκλεψαν τα δύο εναπομείναντα Σίλμαριλς, τα οποία τα είχαν πάρει οι Βάλαρ από τον Μόργκοθ, παρόλο που αρχικά ο Μάγκλορ προσπάθησε να μεταπείσει τον μεγαλύτερο αδελφό του ώστε να μην το κάνει αυτό. Αλλά λόγω των κακών πράξεων που διέπραξαν τα αδέλφια στην προσπάθειά τους να πάρουν πίσω τα Σίλμαριλς, τα Πετράδια έκαψαν τα χέρια του Μαέδρος και του Μάγκλορ. Ανίκανος να υποφέρει τον πόνο, ο Μάγκλορ ρίχνει το δικό του Σίλμαριλ στη θάλασσα, ενώ ο Μαέδρος αυτοκτόνησε πέφτωντας σε ένα χάσμα φωτιάς κρατώντας το
Σίλμαριλ. Στη συνέχεια, ο Μάγκλορ περιπλανήθηκε κατά μήκος των ακτών του κόσμου τραγουδώντας θρήνους για τον χαμό του Σίλμαριλ, μέχρις ότου ξεθώριασε από τη μνήμη, παρόλο που οι συνθήκες και η ημερομηνία του θανάτου του, αν ποτέ συνέβησαν, είναι άγνωστες.

Δεν υπάρχουν σχόλια: